Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ

Γιώρκος:  (Προβληματισμένος κάτω απο την κληματαριά , κόβοντας σταφύλι )

 Α  γυεναίκα ,φερε μιαν κούππαν να βάλουμεν μέσα το σταφύλι .

Μαρία : (Τον παρακολουθεί απο τη βεράντα της κουζίνας)

Έχω την έτοιμην Γιώρκο μου. Βάρτο  δαμέ να το πλύνω να φάμεν τζιαί εν πολλά ωραίον φέτος το σταφύλιν μας .

Γιώρκος: Ήταν καλοχρονιά φέτος τζιαί η αυλή μας εγίνειν παράδεισος !

Μαρία : Ξέρω Γιώρκο μου πως είσαι ταπεινός αλλά εν κάθε χρόνο που εν έτσι , όι μόνον φέτος που ήταν καλοχρονιά!

Γιώρκος: Αφού τούντο πράμαν διά μου ζωή Μαρία , η γη εν ο παράδεισος μου  .Ο άθρωπος αν δεν δουλέψει με την γη ,αν δεν φυτέψει τζιαί αν δεν φροντίσει τα φυτά έννεν ολοκληρωμένος .

Αφού τούτα που γοράζουμεν εν σαν τα πλαστικά , εχάσαν τζιαί την γεύσίν τζιαί την μυρωθκιάν τους .Ποιος ξέρει ήντα φάρμακα τους βάλλουν. 

Ενώ τα γιώρκιν μας εν σαν το μέλιν.

Αρέσκει μου που τρώμεν εμείς τζιαί διούμεν τζιαί σε τόσο κόσμο. 

Μαρία : Ναι , ούλλη η γειτονιά τρώει που τα γιώρκιν μας!

Γιώρκος:  ήνταμπου λαλείς να κάμουμεν σήμερα Κυριακήν ημέραν ; 

Μαρία:   Ετο να πάμεν κανέναν   περίπατον . Μα σαν να σε θωρώ   

συλλοισμένον ;

Γιώρκος:   Εσκέφτουμουν που το πρωίν να πάμεν πούποτε που εν  εξαναπήαμεν.

 

 

 

Μαρία:   Ήνταρκετε να πει Γιώρκο τούτη η κουβέντα; Το χωρκόν τζιαι τα περίχωρα εγυρίσαμεν τα παθκιάν παθκιάν χωρίς αυτοκίνητον .Θαρκουμε εξιασες οτι εν  έχουμεν αυτοκίνητον σήμερα.

Γιώρκος:  Εσκέφτουμουν Μαρία να περάσουμεν με τα πόθκια το οδόφραγμα , να δούμεν    την Δερύνεια μας .

 Μαρία:  Μα επέλλανες  Γιώρκο;

 Γιώρκος:  Να σφίξουμεν την καρκιάν μας Μαρία τζιαί να πάμεν .

Μαρία:  Δυσκολεύκουμαι Γιώρκο.

Γιώρκος:  Ξύπνα την κόρη σου τζιαί τον γιο σου να δούμεν.

 

Μαρία: (Μπαίνει στο σπίτι) Πανίκκο, Άντρη ξυπνάτε μάνα μου τζιαί θέλουμεν σας κάτι.

Άντρη:  Μάνα, άφησμας ακόμα λλίον.

Πανίκκος:  Εγώ εν μπορώ να σηκωθώ που τα τωρά .

Μαρία: Ελάτε 5 λεπτά που σας θέλει ο τζύρης σας , να συζητήσουμεν κάτι τζιαί μετα αν  θέλετε ξανατζοιμάστε .

 

(Βγαίνουν έξω νωχελικά )

Πανίκκος: Ατε πέτε μας τζιαί εν αννοίουν τα μμάθκια μου .

Γιώρκος: Εν ξέρω πως εν να σας φανεί άλλα έθελα να σας ζητήσω μιαν   χάρην .

Πανίκκος: Πε μας ρε παπά ήντα χάρη εν τούτη πρωίν πρωίν;

Γιώρκος: Σαράντα πέντε χρόνια περιμένουμεν να γινεί μια λύση να πάμεν πίσω στα σπίθκια  μας που εν ένα χιλιόμετρο που δαμέ .

Ξέρετε ότι πριν έναν μήναν άνοιξαν οδόφραγμαν δαμέ στο  χωρκόν .

Ζητώ σας να περάσουμεν που το οδόφραγμαν με τα πόθκια να σας δείξω όσον που   το χωρκόν μας φαίνεται που τον δρόμον .

 

 

 

Πανίκκος: Μα ακούεις νάμπου λαλείς ; Ξέρεις πολλά καλά ότι εν πρόκειται να κάμω έτσι   πράμαν . Εξυπνήσετε με για τούτην την φαεινήν ιδέαν ; Παω να τζοιμηθώ τζιαί  μεν με ξανά ξυπνήσετε . Πριν λλίον ετζοιμήθηκα .

(Φεύγει θυμωμένος για το υπνοδωμάτιο)

Γιώρκος: Εσύ τι λαλείς κορούα μου ;

Άντρη: Ξέρεις πολλά καλά ότι εν ενθουσιαστήκαμε παπά μου με τη ιδέα σου αλλά  καταλαβαίνω σε τζιαί εν θα σου αρνηθώ την χάρη . Αν εν δεκτή τζιαί η μάνα ,   πάμεν . Πάντως το περπάτημαν μαζίν σας αρέσκει μου πολλά .

Μαρία: Εγώ θωρώ τον παπά σου πόσο το θέλει τζιαί εν μπορώ να του το αρνηθώ . Πάμεν  να ετοιμαστούμεν τζιαί σιγά σιγά να ξεκινήσουμεν .

Γιώρκος: Ευκαριστώ σας πολλά κορούες μου . Τζιαί αν λλιοψυσσιήσουμεν στρεφούμαστεν  πίσω .  ΑΑ τζιαί βάρτε παπούτσια για περπάτημαν γιατί εν να κόψουμεν πολλά  χιλιόμετρα σήμερα .

( πάνε μέσα να ετοιμαστούν και επιστρέφουν με ανάμικτα συναισθήματα )

Μαρία: Λοιπόν ετοίμασα λλίον σταφύλιν τζιαί νερόν να πάρουμεν μαζί μας .

Άντρη: Μπράβο μάνα , πάντα οργανωμένη τζιαί προνοητική για μας .

Γιώρκος: Σφίγκουμε την καρκιάν μας τζιαί ξεκινούμεν με την υπόσχεση να μεν κλάψουμεν.

 

(Σε λίγη ώρα φτάνουν στο οδόφραγμα με τον ελληνοκύπριο αστυνομικό)

Αστυνομικός : Μα που πάτε με τα πόθκια ; Η Αμμόχωστος εν πολλά μακριά . Εν να περπατήσετε πάνω που μιαν ώραν .

Γιώρκος: Μεν έσσεις έννοιαν , εν να περπατήσουμε δαμέ κοντά να δούμεν το χωρκό τζιαί να έρτουμεν πίσω.

 

 

 

Αστυνομικός: Πάντως με 10 ευρώ πιάννει σας το ταξί που δαμέ τζιαί πέρνει σας Αμμόχωστο. Αν θέλετε να σας κανονίσω .

Γιώρκος:  όι κουμπάρε εμείς εν είμαστεν τουρίστες.  Ως δαμέ κοντά να δούμεν λλίον το χωρκό μας , τα υπόλοιπα έννεν για μας .

Αστυνομικός : όπως θέλετε . Να πάτε στο καλόν τζιαί καλόν περπάτημαν.

Γιώρκος: Ευχαριστούμεν σε πολλά για το ενδιαφέρον . Καλήν συνέχειαν.

 

( Ξεκινούν για το τουρκοκυπριακό οδόφραγμα )

Μαρία:  Τωρά εν τα δύσκολα.

Άντρη: Μάνα θέλω σε δυνατήν α.

Μαρία: Περπατώ καὶ νυχτώνει.
            Αποφασίζω καὶ νυχτώνει.
            Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

 

Άντρη: Μα τι λαλείς μάνα;

Μαρία: Κική Δημουλά . Υπέροχο ποίημα . Αρέσκει μου πολλά .

Άντρη: Που την εθυμήθηκες τωρά ;

Μαρία: Περπατῶ καὶ νυχτώνει.
            Ἀποφασίζω καὶ νυχτώνει.
            Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

          Πέρασα μέρες μὲ βροχή,
          ἐντάθηκα πίσω ἀπ᾿ αὐτὸ
          τὸ συρματόπλεγμα τὸ ὑδάτινο
           ὑπομονετικὰ κι ἀπαρατήρητα,

 

 

 

 

Γιώρκος: Η μάνα σου κορούα μου εν πολλά ευαίσθητη , μιαν ζωήν θκαβάζει ποίηση  τζιαί  λογοτεχνία , εν τούτη που μου έμαθεν να φκαίνω που το εγώ μου , να μεν υποτιμώ  κανέναν , να σέβουμε τους πάντες τζιαί προπαντός να μεν μισώ κανέναν .

Άντρη: Εν το ξέρω ρε παπά ; Εμεναν ποιος με μεγάλωσε ; Λλίες κουβέντες ταπεινότητα τζιαί πολλήν  συναίσθημαν . Μόνον ουσία . Τούτα που λείπουν τες  μέρες μας που την   κοινωνίαν μας .

Μαρία: Αφήστε τες υπερβολές τζιαί ήρταμεν στο οδόφραγμαν . Εν η πιο δύσκολη στιγμή  γιατί πρέπει να δείξουμεν τες ταυτότητες μας για να περάσουμεν.

Γιώρκος: Ναι αλλά τούτοι οι άνθρωποι που δουλεύκουν δαμέ να φκάλουν το ψουμίν τους εν φταίν σε κάτι .

(Περνούν τον έλεγχο με χαμόγελο αλλά μέσα τους νιώθουν ενοχές )

Γιώρκος: Είμαστεν στην άλλην όχθην του ποταμού. Επερίμενα χρόνια για τούτην την στιγμήν.

Μαρία: εκόλλησεν μου στον εγκέφαλον η Δημουλά . Εν μπορώ να σταματήσω να σκέφτουμε το ποίημα . Άλλα θέλει να πει , αλλά τούτον το πέρασμαν τερκάζει πολλά .

Άντρη: Απάγγειλε μας το μάνα . Αρέσκει μου πολλά άμα απαγγέλλεις .

 

Μαρία: Περπατῶ καὶ νυχτώνει.
            Ἀποφασίζω καὶ νυχτώνει.
           Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

 

 

 

 

 

           Πέρασα μέρες μὲ βροχή,
           ἐντάθηκα πίσω ἀπ᾿ αὐτὸ
           τὸ συρματόπλεγμα τὸ ὑδάτινο
           ὑπομονετικὰ κι ἀπαρατήρητα,

          Πέρασα ἀπὸ κήπους, στάθηκα σὲ συντριβάνια 
          καὶ εἶδα πολλὰ ἀγαλματίδια νὰ γελοῦν

          Εἶδα πολλὰ καὶ ὡραῖα ὄνειρα
          καὶ εἶδα νὰ ξεχνιέμαι.
          Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

          Περπάτησα πολὺ στὰ αἰσθήματα,
          τὰ δικά μου καὶ τῶν ἄλλων,
          κι ἔμενε πάντα χῶρος ἀνάμεσά τους
          νὰ περάσει ὁ πλατὺς χρόνος.
          Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Άντρη: Τέλεια μάνα !
Γιώρκος: Πραγματικά τερκάζει πολλά στον περίπατον μας .

Άντρη: Εν πολλά ιστορική τζιαί συγκινητική στιγμή για μέναν . Εν η πρώτη φορά που έρκουμε ποδά . Ενόμιζα εν θα έρκουμουν ποττέ αλλά για χάριν του παπά μου έκαμα το . Το δάκριν εν έτοιμον αλλά υποσχεθήκαμεν να μεν κλάψουμεν.

 

 

 

 

 

 

(Ξεκινούν να περπατούν αμίλητοι στην αρχή ,προβληματισμένοι για το αν κάνουν κάτι λάθος )

Μαρία: Μα δε , εγιερημόσαν ούλλα .

Γιώρκος: Ενόμιζα ότι άμα περάσουμεν θα σας έδειχνα τα σπίτια μας, το χωρκόν ,θα σας   ελάλουν ιστορίες , αλλά το πέρασμαν έκαμεν με να σκεφτώ άλλως πως.

Τι εν τα σπίθκια ;  Πέτρες που τες σβήνει ο χρόνος σιγά σιγά . Η φύση κερδίζει   ξανά τον χώρον της .

 Αλλά το να δείχνω ταυτότητα για να περάσω που τον τόπο 

μου στον τόπο μου εν το φορεί ο εγκέφαλος μου .Να μεν μπορείς να κυκλοφορήσεις ελεύθερος στον τόπο σου ;

(Ένα ταξί σταματά λίγο πιο μπροστά τους )

Άντρη: Παπά ο ταξιτζής εσταμάτησεν τζιαί κατι προσπαθεί να σου πει .

Γιώρκος: Θέλει πελάτες τζιαί τούτος ,τώρα να δω ,τι θέλει  ; 

Ταξιτζής: Γεια σας αδέλφια , θέλετε να σας πάρω στην Αμμόχωστο;

Γιώρκος: Μα μιλάς τα καλά τα ελληνικά α ;

Ταξιτζής: Καλό , τζιαί εγιώ κυπραίος είμαι.

Γιώρκος: Πόθεν είσαι κουμπάρε ;

Ταξιτζής: Ετο εγεννήθηκα στην Λάρνακα αλλά ύστερα που τούν το κακόν ήρτα ποδά . Πρόσφυγας τζιαί εγιώ στον τόπο μου σαν πολλούς άλλους.  

Γιώρκος: Τζιαί μείς τα ίδια που την άλλην πλευράν.

Ταξιτζής: Εκατάλαβα το που το ύφος σας , για τούτον εσταμάτησα .

Γιώρκος: έσσιει 45 χρόνια που μαραζώνουμεν για τούτον το κακό που μας ήβρεν τζιαί σήμερα αποφασίσαμεν να έρτουμε .

Ταξιτζής: Καλά εκάμετε .Θαρκέσε εν καλλύτερα να κλειστούμεν εμείς ποδά τζιαί εσείς ποτζεί;

 

 

 

 

 Γιώρκος: Για μας εν πολλά δύσκολο .

Ταξιτζής: Εν πολλά δύσκολα αλλά αν δεν πλησιάσουμεν ήνταλος έννα ξεπεράσουμεν τους φόους μας ; Εγιώ αθυμούμαι τα χρόνια που έζησα στην σκάλα ηντα καλά που επερνούσαμεν , σαν αδέρκια .

Γιώρκος: Άκουσα πολλές ιστορίες . Εμείς οι απλοί αθρώποι ούτε είχαμεν ούτε έχουμεν τίποτε να χωρίσουμεν, αν μας αφήναν να ζήσουμε μαζί εν θα είχαμεν πρόβλημαν .  

Ταξιτζής: Στεναχώρκουμε πολλά για το κατάντημαν μας . Νάμπου λαλείς , ελάτε να σας πάρω περίπατον στην πόλην , χωρίς λεφτά , δώρο που μέναν .

Γιώρκος: Εφκαριστώ σου πολλά , αλλά θέλουμε να περπατήσουμε , εχάρηκα για την κουβένταν μας αλλά μακάρι να εσκέφτουνταν ούλλοι σαν εμάς .

(Η επικοινωνία τους ανέβασε λίγο την ψυχολογία και συνέχισαν το περπάτημα προς την Αμμόχωστο) 

Άντρη: Μα ήντα καλόν πλάσμα ;

Μαρία: Θωρείς Άντρη μου , παντού βρίσκεις καλούς αθρώπους , τι σημμασίαν έσhιει ή ράτσα τους ή η θρησκεία τους ή το χρώμαν τους ;

Γιώρκος: Ειδικά στον τόπο μας Άντρη μου που τόσους αιώνες επεράσαν τόσες ράτσες . Περπατάς στον δρόμον τζιαί θωρείς τόσην ποικιλίαν φάτσες τζιαί χρώματα.

Άντρη: Τζιαί πάλε υπάρχει τόσος ρατσισμός στην Κύπρο που με κάμνει τζιαί αγανακτώ.

Γιώρκος: Αν πάεις σε μιαν πλατείαν τζιαί παρατηρήσεις τον κόσμον έννα δεις πλάσματα που μοιάζουν με Ασιάτες , Αφρικανούς , ευρωπαίους , ούλλες οι ράτσες τζιαί οι φυλές εσμιχτήκαν σε τούτον τον τόπον  .

 

 

 

 

 

Άντρη: Ενναί αφού είμαστεν μες την μέση της γης .

Γιώρκος: Με-σό-γει-ος!!!

Μαρία: Ο ρατσισμός εν σε ούλλον τον κόσμον κόρη μου , όι  μόνον στον τόπον μας . Ο ρατσισμός εν η άμυνα του απολίτιστου αθρώπου , εν η ανάγκη του να δείξει ότι εν ανώττερος που τους άλλους τζιαί να παίρνει που τούτον χαράν .

Άντρη: Πόσο δίκιο έσσιεις μάνα ;

Μαρία: Όι μόνον φυλετικός ρατσισμός , ο άνθρωπος γίνεται κακός τζιαί ρατσιστής με οτιδήποτε το διαφορετικό .

Γιώρκος: Για τούτον εν πολλά σημαντική η παιδεία που παίρνει ο κάθε άθρωπος .

Μαρία: Ναι αλλά παιδεία έντζιαιν  το να παπαγαλίζεις πληροφορίες για να λαλείς ότι ξέρεις πολλά τζιαί να έσσιεις καλούς βαθμούς στο σχολείο η στο πανεπιστήμιο , να έσσιεις πτυχία , μεταπτυχιακά τζιαί διδακτορικά γιατί ποτούτα έχουν ούλοι τωρά. 

 Γιώρκος: Αλλά η αθρωπιά αντί να πολληνίσκει , εξαφανίζεται .

Άντρη: Τζιαί πως αποχτά ο άθρωπος παιδείαν παπά ;

Γιώρκος: Ε τα πρώτα χρόνια φυσικά η οικογένεια , ως πέντε χρονών μπαίνουν οι θεμελλιοί  .

Άντρη: Πόσον σπουδαίον πράμαν εν η οικογένεια δηλαδή α ;

Μαρία: Πολλά, αλλά στην Κύπρον η οικογένεια κάμμει το καθήκον της ;

Άντρη: Αμφιβάλλω .

Μαρία: Εν θωρείς ότι ούλλοι χτίζουν σπιταρόνες γοράζουν αυτοκινητάρες , φορτώνουνται δάνεια τζιαί ύστερα  δουλεύκουν ούλλοι μέρα τζιαί οι θκιό γονιοί για να πλερώνουν τες δόσεις στες τράπεζες ;Τζιαί τα μωρά ποιος εννα τα καθοδηγήσει , να τα μάθει να σέβουνται τζιαί να εκτιμούν ;

 

 

 

Γιώρκος: Για το άππομαν τζιαί την μεγαλομανία , για την ζήλιαν τζιαί την επίδειξην  μπαίνουν σε δεύτερην μοίραν τα μωρά τζιαί η ζωή μπαίνει υποθήκη στες τράπεζές .

Μαρία: Όι ότι εν πρέπει να δουλεύκουν ,  αλλά άμα σε τσιλλά το δάνειον μες τον λαιμόν ήνταλος έννα έσσιεις την ηρεμίαν να περάσεις όμορφο χρόνο με τα κοπελλούθκια σου ;

Άντρη: Να τα πάρεις ένα θέατρον μιαν συναυλίαν!

Μαρία: Περιπάτους  στα βουνά , στα χωράφκια, σε ένα περβόλι να κόψουν φρούτα που τα δέντρα , να φυτέψουν φυτά .

Γιώρκος: Ή να κάτσουν σπίτι τζιαί να μαειρέψουν μαζί , να κάμουν γλυκά , να θκιαβάσουν ούλλοι μαζί βιβλία , να απαγγείλουν , να τραουδήσουν να χορέψουν!

 Άντρη: Εξίασες κάτι πολλά σπουδαίο παπά,

Γιώρκος: Νάμπου εξίασα κορούα μου ;

Άντρη: Που τες πιο όμορφες στιγμές ήταν που με εμάθαινες να κοιτάζω ψηλά!

Γιώρκος: Ναι , ο ουρανός την νύχταν , οι αστερισμοί , το φεγγάρι …

Άντρη: Τζιαί να σκέφτεσαι πόσο μιτσιοί ήμαστεν εμείς μέσα στο σύμπαν.

Μαρία: Εν ο πιο καλός τρόπος να μείνει ο άθρωπος προσγειωμένος!

Άντρη: Εν πολλά ωραίον τούτον , να κοιτάζεις ψηλά για να προσγειώνεσαι !

Γιώρκος: Οι πιο σεμνοί τζιαι ταπεινοί άθρωποι εν τούτοι που ασχολούνται με την αστρονομίαν. 

Μαρία: Εν λογικόν .

 

 

 

 

 

 

 

Άντρη: Θυμούμαι πάντα την κουβέντα του παπά μου , ότι εν τόσον τεράστιον το σύμπαν που εμείς είμαστε ασήμαντοι μπροστά του .

Γιώρκος: Πάντα επίστευκα ότι τούτον το άππομαν ούλλο τζιαί ο νεοπλουτισμός που με ενοχλούν πολλά εν επειδή οι άθρωποι πιστεύκουν πως εν πολλά σπουδαίοι  . Εν αντιλαμβάνονται πόσον μητσιοί ήμαστεν μες την δημιουργία .

Άντρη: Ήταν η έννοια σου πάντα  να είμαστεν ταπεινοί .

Γιώρκος: Μες την κοινωνίαν που ζούμεν εν πολλά δύσκολον να είσαι ισορροπημένος.

Μαρία: Στην κοινωνίαν που ούλλοι αυτοαποκαλούνται χριστιανοί …. Που η ταπεινότητα εν η πιο σημαντική διδαχή της θρησκείας ….

Άντρη: Όπως το είπες , αυτοαποκαλούνται χριστιανοί , γιατί η ουσία εχάθηκεν τέλλεια .

Γιώρκος: Μα εν εύκολο νομίζεις να είσαι χριστιανός ;

Άντρη: Ειδικά στην Κύπρο που , που την μέρα που γεννιέσαι μαθαίνεις να μισάς τους τούρκους . Γίνεται να μιαλυνίσκεις ένα μωρόν τζιαί να του μαθαίνεις το μίσος  , για οποιονδήποτε λόγο ;

Γιώρκος: Ήταν πολλά μεγάλον το κακόν , έντζιαιν εύκολον πράμαν να ξιάσει ο κόσμος οσα ετράβησε . Μάνες εχάσαν τα παιθκιά τους , μωρά έμειναν ορφανά , κοπέλες εμείναν σhηράτες …

Μαρία: Στο σπίτι μας ούτε καν την λέξη μίσος εν τη είχαμεν στο λεξιλόγιο μας , τούντο συναίσθημαν εν τω εμάθετε που μας .

Άντρη: Ναι , γιαυτόν μου εφαίνουνταν πολλά παράξενα κάποια πράματα που άκουα τζιαί έβλεπα στο σχολείο .

 

 

 

 

 

 

 

Μαρία: Εν μιάλη αδικία για τους νέους της Κύπρου , αλλά ώσπου το πρόβλημαν εν τζιαμέ τούτον εν αλλάσσει.

Άντρη: Τζιαί αν η οικογένεια εν κάμει καλά την δουλείαν της ο άθρωπος εν χαμένος ;

Γιώρκος: Χαμένος έννεν κανένας . Ύστερα εν η σειρά του σχολείου να κάμει την δουλείαν του .

Μαρία: Άλλη τραγική ιστορία τούτη.

Άντρη: Τούτην την ιστορίαν έχω την φρέσκαν μες στο νου μου .

Γιώρκος: Ε πε μας έναν γεννικόν συναίσθημαν που σου έμεινεν που τα σχολεία .

Άντρη: Είσιεν τα καλά του τζιαί τα άσhημα του αλλά παιδεία με την έννοια που το λαλείτε εν ήταν .

Μαρία: Δηλαδή τι σου έμεινεν που τα 12 χρόνια του σχολείου;

Άντρη: Παραπάνω θυμούμαι τις ωραίες στιγμές με τους συμμαθητές μου τζιαί κάποιες με τους καθηγητές μου όταν δεν ήταν πιεσμένοι να φκάλουν την ύλη τζιαί είχαμε κάποιες χαλαρές συζητήσεις .Που τζιαμέ έβλεπες ότι πολλοί καθηγητές μας είχαν καλές προσωπικότητες αλλά εχάννουνταν μέσα στην πίεση τζιαί στην απαξίωση που είχαν από πολλούς μαθητές τζιαί τους γονείς τους τζιαί που το υπουργείο τζιαί που την κοινωνία ολόκληρη .

Μαρία: Συνήθως ακούμεν για προβληματικούς εκπαιδευτικούς .

Άντρη: Εσhιει τζιαί ποτούτους , όπως παντού ,αλλά οι παραπάνω προσπαθούν σε δύσκολες συνθήκες.

Γιώρκος: Εν τζιαί τα σκολεία μια μικρογραφία της κοινωνίας μας .Αν δεν εσhιεις γερές βάσεις που το σπίτι εν πολλά δύσκολον να κερδίσεις κάτι ουσιαστικόν .

 

 

 

 

 

 

Άντρη: Εξετάσεις , διαγωνίσματα , πίεση , τελικά εν μινίσκει χρόνος για παιδείαν .

Μαρία: Τζείνον που εν εκατάλαβα ποττέ εν το ότι εκάμνετε που το νηπιαγωγείον ως το λύκειο θρησκευτικά , σάννα τζιαί εν το πιο σημαντικόν μάθημαν , ούτε μουσική , ούτε τέχνη , ούτε θέατρο , ούτε χορός .

Γιώρκος: Χωρίς τούτα που εν η παιδεία ;

Άντρη: Μουσικήν τζιαί τέχνην εκάμναμεν κάποια χρόνια.

Μαρία: Ναι αλλά όι ούλα τα χρόνια τζιαί από ότι κατάλαβα ήταν τα πιο υποτιμημένα μαθήματα .

Γιώρκος: Το πιο τραγικόν ήταν πέρσι, που εδίας παγκύπριες . Τι απάθρωπη διαδικασία ; Θαυμάζω τους νέους που καταφέρνουν να τα φκάλουν πέρα !

Άντρη: Θυμούμαι που ετελειώσαν οι Παγκύπριες που έξω που το σχολείο ήταν γεμάτο πεταξούμενες κόλλες που σημειώσεις των μαθητών, που τες επετάσσαν γιατί εν τες εχρειάζουνταν άλλον .

Γιώρκος: Ύστερα που δώδεκα χρόνια παιδείας… είδες αποτελεσματικότητα ;

Μαρία: Τελικά αντί ο στόχος του σχολείου να εν η παιδεία , εν οι επιτυχία στές παγκύπριες .

Άντρη: Ναι τα εφηβικά μας χρόνια εφάμεν τα στην πίεσην τζιαι στο άγχος , δυστυχώς .

Μαρία: Τζιαί να μεν εσhιει θέσην στην παιδεία μας ο Αριστοφάνης …             ο Αριστοτέλης …

Γιώρκος: Γεννικά η φιλοσοφία , αρχαιά τζιαί πιο σύγχρονη.

Άντρη: Θυμούμαι που μας εθκιάβαζες Αριστοφάνη πριν τζοιμηθούμε μάνα !

 

 

 

 

 

 

Μαρία: Τζιαί ποίηση.  Εσείς ετζοιμάστουν τζιαί εγώ εθκιάβαζα σας ποίησην .

Άντρη: Τζιαί τον δίσκο με τους αχαρνής που τον ακούσαμεν άπειρες φορές μέσα στο αυτοκίνητο;

Γιώρκος: Τζιαί τόσους δίσκους με μελοποιημένη ποίηση ;

Άντρη: Ναι αλλά πόσοι έχουν την ευκαιρία να μεγαλώσουν έτσι ; Τούτα το σχολείο εν σου τα προσφέρει , αν ούτε η οικογένεια εν σου τα προσφέρει , που εν σπάνιο να σου τα προσφέρει , φαντάζουμε λίφκουν οι ευκαιρίες ; 

Γιώρκος: Όι κόρη μου οι ευκαιρίες εν λίφκουν ποττέ . Ξέρεις πόσοι άθρωποι αποφασίζουν σε πιο μιάλες ηλικίες να πα να σπουδάσουν ή να ασχοληθούν με τέχνες ;

Μαρία: Μα εν τζιαίν ανάγκη να σπουδάσει κανένας . Έσhιει τόσα πολλά βιβλία που αν θκαβάσεις διαμορφώνουν σε , αλλάσουν σε , κάμνουν σε καλλύττερόν άθρωπον . Τούτον εν τω πιο σπουδαίον σχολείον.

Γιώρκος: Σκέφτουμαι τζιαί εγιώ να ξεκινήσω μαθήματα μουσικής . Θέλω πολλά να μάθω να παίζω ένα μουσικό όργανο .

Μαρία: Εν πολλά καλά που εσκέφτηκες , η παιδεία εν τελειώνει ποττέ , μιαν ζωήν πρέπει να μαθαίνουμε .

Γιώρκος: Ούλλη η ζωή μας πρέπει να εν γεμάτη μουσική , βιβλία τζιαί περπάτημα.

Άντρη: Πάντως η μουσική στην Κύπρον εν μες το γιαίμαν μας , ξέρεις πόσοι γονείς στέλλουν τα παιθκιά τους στα ωδεία να μάθουν μουσική;

Μαρία: Ναι εν πολλά καλό τούτον .

Άντρη: Αλλά βιβλία θκιεβάζουμεν ;

Μαρία: Πολλά λλίοι θκιεβάζουν βιβλία στες μέρες μας .

 

 

Γιώρκος: Κρίμα γιατί εν που τα πιο σπουδαία δημιουργήματα του αθρώπου μαζί με την μουσική τζιαι τα μαθηματικά .

 Μαρία: Που τούτα φαίνεται πόσο δυνατόν εργαλείον εν ο εγκέφαλος του αθρώπου  , πόσες δυνατότητες έhσιει αν τον χρησιμοποιήσουμεν σωστά !

Γιώρκος: Ναι , ούλλη η εξέλιξη του αθρώπινου πολιτισμού πατά σε τουν τα τρία , ούλλες οι μιάλες διάνοιες που επέρασαν που τουν τον πλανήτην ασχοληθήκαν με την γλώσσα ή με την μουσική ή με τα μαθηματικά , τζιαί άμα λαλώ μαθηματικά εν μέσα ούλλες οι θετικές επιστήμες που βασίζουνται στα μαθηματικά .

Μαρία: Τζιαί εμείς μέσα που τα βιβλία που εγγράψαν τούτοι οι σπουδαίοι άθρωποι μπορούμε να έχουμε επαφή μαζίν τους .

 Άντρη: Αλήθκεια εν σαν να επικοινωνούμε μαζίν τους .

Γιώρκος: Αλλά εμείς προτιμούμε την τηλεόραση , τον πλαστικόν πολιτισμόν , εν σαν τα πλαστικά φρούτα που μας ταΐζουν.

Μαρία: Δυστυχώς , εν η εύκολη λύση. Εν μες το σπίτι μας τζιαί ψεκάζουν τους εγκεφάλους μας που το πρωί ως την νύχτα . 

Γιώρκος: Καθοδηγούν μας μαζικά τζιαί αποβλακώνουν μας . 

Άντρη: Εν έσhιει καλές εκπομπές η τηλεόραση ;

Γιώρκος: Έσhιει αλλά εν μετρημένες τζιαί η θεαματικότητα τους εν μηδαμινή .

Μαρία: Με σωστές επιλογές τζιαί με μέτρο εν χρήσιμη τζιαί η τηλεόραση αλλά στην πράξην κάμνει μας να χάνουμεν επαφήν με την πραγματικότηταν .

Άντρη: Ούλλον ψέμαν υποκρισία τζιαί κουτσομπολιόν .

Γιώρκος: Παλιά το να είσαι κουτσομπόλης ήταν κάτι κακόν , τωρά εν περήφανοι που κάμνουν κουτσομπολίστικες εκπομπές .

 

 

 

Άντρη: Μα ξέρεις πόσην  θεαματικότηταν έχουν ;

Ο κοσμος εν τουτα που θωρεί .

Μαρία:  Σάννα τζιαί το κουτσομπολιόν εν το πιο φυσιολογικόν πράμαν για να ασχολείται ο άθρωπος .

Άντρη: Μα δέτε πίσω πού εφτάσαμεν . Επιάσαμεν την κουβένταν τζιαί εν εκαταλάβαμεν πόσον επαρπατήσαμεν .

(κοιτούν πίσω με απορία  για την μεγάλη απόσταση που περπάτησαν χωρίς να το πάρουν είδηση )

Μαρία: Λαλείτε να ξεκινήσουμεν σιγά σιγά να στραφούμεν πισω γιατί ήδη εξεκινήσαμεν να κουρζούμαστεν ;

Γιώρκος: Επιάσαμεν την κουβένταν τζιαι εν είδαμεν τίποτε .

Μαρία: Να πιούμεν το νερό μας , να φάμεν το σταφύλι μας τζιαί πάμεν πίσω .

(Η Μαρία ανοίγει τη τσάντα και μοιράζονται το νερό και το σταφύλι που ετοίμασε από το σπίτι )

Γιώρκος: Το λοιπόν , αφού εν εβάλαμεν γλώσσα μέσα τόσην ώραν , τώρα να αλλάξουμεν  ταχτικήν.

Άντρη: Δηλαδή ;

Γιώρκος: θέλω  μιαν τελευταίαν χάρην για σήμερα . Να σας πω ένα ποίημαν δικό μου για τούτα ούλα που είπαμεν σήμερα τζιαί ύστερα να μεν ξαναμιλήσουμεν ώσπου να φτάσουμεν σπίτι . Να αφήσουμεν το μμάτι μας να συνάξει εικόνες τζιαί τον λοϊσμό μας να πάει  όπου θέλει .

Μαρία: Πολλά καλή ιδέα .Εν τω πιο ωραίον πράμαν που μπόρουμεν να κάμουμεν ύστερα που τούτον τον πολλά ωραίο περίπατο τζιαί την ωραίαν συζήτησην που εκάμαμεν .

Άντρη: Συφφωνώ , πε μας το τζιαί ύστερα να μιλήσει η σιωπή!

 

 

 

 

Γιώρκος: Το λοιπόν , ονόμασα το ΑΛΗΘΚΙΕΣ

 

Μέσα   στου φού την αγγαλιάν

βλογιά μα τζιαί κατάρα

η θάλασσα μας ήρεμη

μα η ζωή μαντάρα                 

 

Μες τους αιώνες τους πολλούς

ερέξαν σhίλιες ράτσες

το γαίμαν  μας εσμίχτικεν

έχουμε σhίλιες φάτσες

 

Η γλώσσα μας εν όμορφη

σhιλιοτραουδημένη

μα εν  τζιαί  τζείνη σαν εμάς

σhιλιομπασταρτεμένη

 

Σουππώννει μας η θάλασσά

που την λαλούν Μεσόγειο ,

αφήσαμε το άππομα

να φτάσει στο απόγειο

 

Μεσόν   της γης η θάλασσα

τζιαι μείς μέσα στην μέσην

όμως η σπουδαιότητα

εν φκαίννει που την  θέσην

 

 

 

 

οι ρίζες μας  κρατούν βαθκιά

γρόνους πολλούς , αιώνες

μα τίποτε εν εμάθαμεν

που τα καλά του τότες

 

Που τους καρπούς που δρέψαμεν

που το δικόν μας  δέντρον

δκιο μόνον εξυλίψαμεν

το σέβας  τζιαι το μέτρον.

 

(συνεχίζουν τον δρόμο της επιστροφής αμίλητοι αλλά συγκινημένοι )